Ο Jody Pearson (Bill Thornbury) μεγαλώνει μόνος του τον αδερφό του Mike (A. Michael Baldwin στην δεύτερη ταινία τον ρόλο παίζει ο James LeGros), μετά τον θάνατο των γονιών τους. Ο Mike αρχίζει να παρατηρεί ότι γίνονται παράξενα πράγματα στο νεκροταφείο και τον μυστήριο νεκροθάφτη Tall Man (Angus Scrimm). Πείθει τον αδερφό του και τον φίλο τους τον Reggie (Reggie Bannister) ότι στα αλήθεια γίνεται κάτι στο νεκροταφείο και υπαίτιος είναι ο Tall Man. Μαζί προσπαθούν να τον σταματήσουν.
Ο σκηνοθέτης Don Coscarelli εμπνεύστηκε την ιστορία από τον βιβλίο του Ray Bradbury “Something Wicked This Way Comes” και από ένα όνειρο που είδε ότι ήταν σε ένα νεκροταφείο και τον κυνηγούσε μια ιπτάμενη μεταλλική σφαίρα. Στις ταινίες δεν είναι επίκεντρο μόνο ο Tall Man (όπως γίνεται στις περισσότερες συνέχειες τον ταινιών τρόμου -π.χ. Halloween και Friday the 13th που ο βασικός ήρωας είναι ο δολοφόνος και όλοι οι άλλοι υπάρχουν άπλα για να πεθάνουν) αλλά και τα δυο αδέρφια και ο φίλος τους ο Reggie. Στην δεύτερη ταινία υπάρχουν πολλές αναφορές κυρίως στο Evil Dead (το σακουλάκι με τις στάχτες που γράφει Mr. Sam Raimi) όπως και στο Demoni του Lamberto Bava. Βασικά και αρκετά μελή της ομάδας εργαστήκαν στα γυρίσματα του Evil Dead II. Υπάρχουν κάποιες σκηνές που επαναλαμβάνονται και όταν τις βλέπεις φαντάζεσαι τι θα συμβεί (όπως στις σκηνές που κάποιος είναι μπροστά από ένα καθρέπτη ή τζάμι και ξαφνικά σπάει και πετάγονται κάτι χέρια και τον τραβάνε μέσα) και μερικά φλασμπάκ (στην τέταρτη ταινία έχουν μπει σκηνές που κόπηκαν από την πρώτη), άλλα στο σύνολο και οι τέσσερις ταινίες είναι καλογυρισμένες.
Φέτος βγήκε και η πέμπτη ταινία της σειράς, το Phantasm: Ravager σε σκηνοθεσία του David Hartman. Δυστυχώς δεν φτάνει τις άλλες, κυρίως στο κομμάτι της σκηνοθεσίας και των ειδικών εφέ που σε αυτήν είναι όλα CGI.
Ο τίτλος Phantasm σημαίνει Ψευδαίσθηση, φάντασμα, ένα προϊόν της φαντασίας, μια διανοητική αναπαράσταση ενός πραγματικού αντικειμένου και τον εμπνεύστηκε o Don Coscarelli από την ιστορία του Edgar Allan Poe “Η πτώση του Οίκου των Άσερ”.